Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2013

Jacques Lacan: το Στάδιο του Καθρέφτη

Επισκόπηση 

Η ιδέα του “σταδίου του καθρέφτη” είναι ένα σημαντικό στοιχείο της κριτικής επισκόπησης του Λακάν πάνω στο πρώιμο έργο του Φρόιντ. Αντλώντας από εργασίες φυσιολογίας και ψυχολογίας των ζώων, ο Λακάν προτείνει ότι τα ανθρώπινα βρέφη περνούν από ένα στάδιο κατά το οποίο η εξωτερική εικόνα του σώματος (που αντικατοπτρίζεται σε έναν καθρέφτη, ή παρουσιάζεται στο βρέφος από τη μητέρα ή τον βασικό κηδεμόνα) παράγει μία ψυχική απόκριση που δημιουργεί την νοητική αναπαράσταση του “Εγώ”. Το βρέφος ταυτίζεται με την εικόνα, η οποία χρησιμεύει ως Gestalt (οργανωμένο σύνολο) των αναφαινόμενων αντιλήψεων του βρέφους για τον εαυτό, αλλά επειδή η εικόνα ενός ενιαίου σώματος δεν αντιστοιχεί με την σωματική ευπάθεια και αδυναμία του μη-ανεπτυγμένου βρέφους, αυτή η εικόνα καθιερώνεται ως το ιδανικό Εγώ, στο οποίο το άτομο θα προσπαθεί να φτάσει συνεχώς καθ 'όλη τη διάρκεια της ζωής του.

Για τον Λακάν, το στάδιο του καθρέφτη καθορίζει το Εγώ ως ουσιαστικά εξαρτώμενο από εξωτερικά αντικείμενα, από έναν Άλλο. Καθώς το λεγόμενο “άτομο” ωριμάζει και μπαίνει σε κοινωνικές σχέσεις μέσω της γλώσσας, αυτός ο “άλλος” θα σκιαγραφηθεί εντός των κοινωνικών και γλωσσικών πλαισίων που θα δώσουν στην προσωπικότητα του κάθε ατόμου (καθώς και στις νευρώσεις του και στις όποιες άλλες ψυχικές διαταραχές του) τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της.

Η ιδέα του Λακάν για τον σχηματισμό του "εγώ" αναπτύχθηκε με την πάροδο του χρόνου, σε συνδυασμό με άλλες επεξεργασίες του της φροϋδικής θεωρίας. Παρουσίασε μία εργασία σχετικά με το στάδιο του καθρέφτη στις 3 Αυγούστου 1936, στο συνέδριο της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Εταιρείας στο Marienbad. (Σε αυτό το συνέδριο αναφέρεται ο Λακάν στην πρώτη πρόταση του δοκιμίου). Δεκατρία χρόνια αργότερα, στις 17 Ιουλίου 1949, σε συνέδριο του International Psychoanalytic Congress στη Ζυρίχη, ο Λακάν παρουσίασε μια άλλη εκδοχή της εργασίας, που αργότερα την ίδια χρονιά εμφανίστηκε σε έντυπη μορφή στην Revue Francais de Psychanalyse. Το δοκίμιο ανατυπώθηκε στη γαλλική έκδοση του Ecrits το 1966. Ο Jean Roussel ετοίμασε την πρώτη μετάφραση στα αγγλικά, η οποία παρουσιάστηκε στο New Left Review 51 (Σεπτέμβριος/Οκτώβριος 1968: 63-77). Αυτή η δημοσίευση στην αγγλική γλώσσα είναι σημαντική, καθώς συνέβαλε στην παρουσίαση της λακανικής θεωρίας, και συγκεκριμένα του μοντέλου του σταδίου του καθρέφτη, σε αριστερούς κύκλους της διανόησης στη Βρετανία, κατά την χρονική στιγμή που οι πολιτιστικές μελέτες αναδύονταν ως επιστημονικό πεδίο. Μια νέα αγγλική μετάφραση από τον Alan Sheridan, με τίτλο Ecrits: A Selection, δημοσιεύθηκε το 1977.

Η ιδέα του σταδίου του καθρέφτη

 1 Στην εισαγωγική παράγραφο του δοκιμίου ο Λακάν κάνει αναφορά στην παρουσίαση του σταδίου του καθρέφτη που έκανε (στο συνέδριο). Η έννοια εξακολουθεί να είναι σημαντική για την ψυχανάλυση, υποστηρίζει ο Λακάν, διότι αναφέρεται σε χαρακτηριστικά της βασικής εστίασης της ψυχαναλυτικής πρακτικής -το “εγώ”, το οποίο παρουσιάζει τον εαυτό του στον αναλυτή (και, φυσικά, το “εγώ” του αναλυτή επίσης). Στο φροϋδικό μοντέλο για την ψυχή, το οποίο ο Λακάν, ως φροϋδικός, έχει ως σημείο εκκίνησης για τις ιδέες του, το “εγώ” δεν έχει πλήρη αυτο-επίγνωση ή έλεγχο του εαυτού· η αντίληψη του εγώ για τον εαυτό του και τον κόσμο διαμορφώνεται, εν μέρει, από τις επιθυμίες και τους φόβους που προκύπτουν από τo id (αυτό) και από τις προσταγές που επιβάλλονται από το υπερεγώ. Η έννοια του Λακάν (το στάδιο του καθρέφτη) προσπαθεί να δραματοποιήσει το πώς το ίδιο το εγώ διαιρείται. Κατ 'αρχάς, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε δύο σημεία.

 • Η εκδοχή του Λακάν για την ψυχανάλυση θεωρεί δεδομένο ότι το ανθρώπινο μυαλό δεν είναι ένα ενιαίο σύνολο, που διέπεται από λογική -το οποίο αναπαρίσταται εδώ με την αναφορά στο Cogito του Καρτέσιου- αλλά ότι η οποιαδήποτε αυτογνωσία είναι σε κάποιο βαθμό μία ψευδαίσθηση. Ο Λακάν βρίσκει συχνά τρόπους να παραφράζει την περίφημη φράση του Καρτέσιου “Σκέφτομαι, άρα υπάρχω” (Cogito ergo sum). Ήταν επίσης σκληρός επικριτής της αμερικανότροπης ψυχολογίας του εγώ, η οποία προσπαθεί να βοηθήσει τον ασθενή να αναπτύξει ένα ισχυρό εγώ, και η οποία, κατά την άποψη του Λακάν, αναγκάζει το υποκείμενο να συμμορφώνεται με τις κοινωνικές συμβάσεις.

 • Το στάδιο του καθρέφτη δεν είναι μόνο μια παροδική φάση της ανθρώπινης ψυχολογικής ανάπτυξης, αλλά και ένα μοντέλο για τη σχέση μεταξύ του “εγώ” και της εικόνας που έχει για τον εαυτό του. Σε ένα σεμινάριο του 1954, ο Λακάν τονίζει τη συνεχιζόμενη φύση του σταδίου του καθρέφτη (Σεμινάριο Ι74).

2 Το γεγονός ότι τα ανθρώπινα όντα, σε αντίθεση με τα ζώα, αναγνωρίζουν τον εαυτό τους στις αντανακλώμενες εικόνες του σώματός τους, αποτελεί τη βάση για τις εικασίες του Λακάν σχετικά με το ρόλο της εικόνας στην ανάπτυξη του ανθρώπινου ψυχισμού. Ο Λακάν συζητά αυτή την ιδέα περαιτέρω σε άλλο σεμινάριο του 1954 (Σεμινάριο I170). Στον τομέα της αναπτυξιακής ψυχολογίας, η επίγνωση κάποιου αναφορικά με την θέση του μέσα στο φυσικό κόσμο και η ικανότητά του να φαντάζεται αυτή τη θέση σε σχέση με άλλα φυσικά αντικείμενα, ονομάζεται “καταστασιακή συναίσθηση”.

3 Ένα ζώο, έστω και τόσο έξυπνο όσο ο χιμπατζής, θα χάσει γρήγορα το ενδιαφέρον για το είδωλό του. Ένα ανθρώπινο βρέφος, ωστόσο, αντλεί ευχαρίστηση από τη σχέση μεταξύ των δικών του κινήσεων και των κινήσεων της εικόνας στον καθρέφτη. Πολύ πριν το παιδί να μπορεί να εκφράσει τη σκέψη “αυτό είμαι εγώ”, η αίσθησή του ως πλάσμα που βρίσκεται στον κόσμο (με την ορολογία του Heidegger, η αίσθηση ότι “είναι ένα ον”) αναπτύσσεται όταν η εικόνα του σωματικού εαυτού του καθιερώνεται στην ψυχή του σε σχέση με τις εικόνες των άλλων στοιχείων του κόσμου. Αυτή η εικόνα δεν καθιερώνεται κατ 'ανάγκην με την εμπειρία ενός πραγματικού καθρέφτη· άλλες εμπειρίες -η προσοχή της μητέρας προς το παιδί, για παράδειγμα- μπορούν να δημιουργήσουν την εικόνα του εαυτού ως ξεχωριστή οντότητα.

4 Ο Λακάν προσδιορίζει στους έξι μήνες την πιο νεαρή ηλικία κατά την οποία οι εμπειρίες που κατατάσει στο στάδιο του καθρέφτη μπορεί να εμφανιστούν. Περιγράφει κάπως λεπτομερώς τη γοητεία που ασκεί στο βρέφος η εικόνα του, τονίζει την τάση του παιδιού να τεντώνεται προς τα εμπρός, σαν να θέλει έρθει πιο κοντά στην αντανάκλαση. Αυτή η σωματική προσπάθεια θα γίνει εμβληματική της ψυχολογικής προσπάθειας του ατόμου αργότερα στη ζωή.

 5 Οι δεκαοκτώ μήνες είναι το σημείο αποκοπής από το στάδιο του καθρέφτη· όταν τα παιδιά αρχίζουν να χειρίζονται τη γλώσσα και να αναπτύσσουν κοινωνικούς δεσμούς με τους άλλους, το στάδιο του καθρέφτη, ως μια αναπτυξιακή φάση, φτάνει στο τέλος, αλλά η δυναμική σχέση μεταξύ του υποκειμένου και της εικόνας του παραμένει μια αέναη δύναμη στην ψυχική ζωή του υποκειμένου. Είναι μια λιβιδινική σχέση -η ψυχή επενδύει λίμπιντο στην εικόνα για τον εαυτό της, όπως προτείνεται από τον Freud στο On Narcissism: An Introduction. Το να έχει κάποιος μια εικόνα για τον εαυτό του αποτελεί μέρος της ανθρώπινης πραγματικότητας -αυτό που ο Λακάν αποκαλεί “Οντολογική δομή του ανθρώπινου κόσμου”. Είμαστε πάντα, κατά μία έννοια, “κάποιος άλλος”, στο βαθμό που η εικόνα γίνεται αντιληπτή ως κάτι ξεχωριστό από εμάς.

6 Εισαγάγοντας την ιδέα της ταύτισης, ο Λακάν αναπτύσσει το μοντέλο του ως μια διαδικασία κατά την οποία το βρέφος δεν “ταιριάζει” απλά με αυτό που βλέπει στον καθρέφτη με την εμπειρία της ίδιας του της ύπαρξης, αλλά μάλλον μετασχηματίζεται από την θέαση της εικόνας του, την οποία “αποδέχεται”, τόσο ως αναπαράσταση του εαυτού του όσο και ως στόχο για τον οποίο αγωνίζεται. Ο Λακάν κάνει εδώ μια νύξη στην ιουδαιο-χριστιανική θεολογία: η Γένεση περιγράφει τον άνθρωπο ως κατ'εικόνα του Θεού -in the imago Dei- και αυτή η ιδέα έχει επηρεάσει τόσο την εβραϊκή όσο και την χριστιανική φιλοσοφία. Ο Αυγουστίνος, για παράδειγμα, υποστηρίζει ότι οι άνθρωποι πρέπει να προσπαθήσουν να αποκαταστήσουν την θεική εικόνα εντός τους. Το Στάδιο του καθρέφτη του Λακάν μπορεί να γίνει κατανοητό ως μια ειρωνική εκδοχή αυτής της θεολογίας: το να είναι κάποιος άνθρωπος σημαίνει να είναι δημιούργημα της ίδιας του της εικόνας.

7 Είναι σημαντικό να σημειωθεί ότι κατά τη διάρκεια του έτους, ή περίπου, του αναπτυξιακού στάδιου του καθρέφτη το παιδί είναι σωματικά ανήμπορο, δεν μπορεί να κινηθεί εύκολα από μόνο του, δεν μπορεί να ταΐσει ή να φροντίσει τον εαυτό του. Σε κάποιο βαθμό, το παιδί βιώνει το σώμα του ως ελλιπές, ακόμα και κατακερματισμένο. Η εικόνα στον καθρέφτη, ωστόσο, είναι η εικόνα ενός ολόκληρου σώματος, μιας μοναδικής, πλήρους οντότητας. Η εμπλοκή του παιδιού με μια εικόνα που στην πραγματικότητα δεν ανταποκρίνεται στην εμπειρία του, θέτει τα θεμέλια για αυτό που ο Λακάν αποκαλεί “υποδειγματική λειτουργία” του σταδίου του καθρέφτη. Καθ 'όλη τη διάρκεια της ζωής, η εικόνα για τον εαυτό μας που έχουμε στο μυαλό μας δεν ανταποκρίνεται πλήρως στην πραγματική, σωματική, ιστορική, συναισθηματική οντότητά μας. Το παιδί θα συνεχίσει να επεξεργάζεται μία πολύπλοκη “αυτο-εικόνα”, με βάση τις σχέσεις του με τους άλλους ανθρώπους καθώς και με τις συμβάσεις της γλώσσας, η οποία θα του δώσει τη δυνατότητα να ονομάζει τον εαυτό του και να αναφέρεται στον εαυτό του με την αντωνυμία “εγώ”. Η διαφορά μεταξύ της προβαλλόμενης εικόνας του εαυτού του και του πραγματικού εαυτού του, ωστόσο, θα συνεχίσει να διαταράζει την εμπειρία σχετικά με τη δική του ύπαρξη, με διάφορους τρόπους.

Αυτή η μορφή θα πρέπει να ονομάζεται Το Ιδανικό Εγώ 

8 Ο Λακάν συνδέει την εικόνα με το Ιδανικό Εγώ του Φρόιντ. Η “συνήθης εγγραφή” αναφέρεται στη θέση που έχει το εγώ στο φροϋδικό μοντέλο του ψυχισμού. Η δημιουργία αυτής της προβαλλόμενης εικόνας του εαυτού είναι σημαντική για την ανάπτυξη των δευτερογενών ταυτοποιήσεων -λιβιδινικές επενδύσεις σε άλλους ανθρώπους, πράγματα και ιδέες (βλέπε Φρόιντ, “On Narcissism” για μια εισαγωγή σε αυτή τη διαδικασία λιβιδινικών επενδύσεων). Η κύρια ταύτιση γίνεται με την ίδια την εικόνα, και κύριο μέλημα του Λακάν εδώ είναι να δείξει ότι αυτή η ταύτιση είναι “φανταστική”, ότι το Ιδανικό Εγώ ποτέ δεν συμμορφώνεται πλήρως με την πραγματική εμπειρία ύπαρξης του υποκειμένου. Ο Λακάν χρησιμοποιεί μια γεωμετρική αναλογία για να τονίσει αυτήν την έλλειψη σύγκλισης: μία ασυμπτωτική γραμμή τρέχει κοντά σε μια καμπύλη, αλλά ποτέ δεν την συναντά. Ακόμη και πριν να μπεί το υποκείμενο συνειδητά στην κοινωνική πραγματικότητα, ακόμη και πριν οποιαδήποτε από τις συμβατικές ιδέες, όπως “προσπάθεια για κατάκτηση στόχων” ή “επίτευξη”, να έχουν καθιερωθεί εντός του κοινωνικοποιημένου ατόμου, το “εγώ” έχει συσταθεί ως εσωτερικά διασπασμένο, μονίμως ατελές.

9 Τι είναι λοιπόν το Ιδανικό Εγώ; Επιστρέφοντας στην προηγούμενη έμφασή του σχετικά με την ανικανότητα του ανθρώπινου βρέφους, ο Λακάν τονίζει και πάλι ότι η εικόνα στον καθρέφτη, αν και κατά μία έννοια είναι μια “ακριβής” αναπαράσταση του σώματος του βρέφους, είναι ταυτόχρονα διαφορετική από τις εντυπώσεις του βρέφους για την ύπαρξή του. Το γεγονός ότι η αντανάκλαση αντιστρέφεται, για παράδειγμα, δείχνει ότι οι αντανακλώμενες εικόνες δεν αντιστοιχούν ποτέ ακριβώς στα πρωτότυπά τους. Η “ολότητα” του αντανακλώμενου σώματος είναι ένα σημαντικό στοιχείο αυτής της έλλειψης αντιστοιχίας Η αντανάκλαση παρουσιάζει στο βρέφος μια καθορισμένη και σταθερή μορφή -η γερμανική λέξη Gestalt σημαίνει μορφή- που προεικάζει τον σχετικό αυτοέλεγχο και σταθερότητα που θα επιτύχει το παιδί, καθώς μεγαλώνει. Από την άποψη αυτή, η εικόνα αντιπροσωπεύει όλες τις δυνατότητες του “εγώ” που καθιερώνει μέσα στον ψυχισμό του παιδιού. Αλλά η εικόνα είναι τελικά κάτι διαφορετικό, ξεχωριστό από το παιδί· το δυναμικό της δεν μπορεί ποτέ να πραγματοποιηθεί πλήρως. Η εικόνα που αποκρυσταλλώνει το “εγώ” “έγκυμονεί” τα αμφίσημα χαρακτηριστικά της αίσθησης που έχουν οι άνθρωποι για τον εαυτό. Η τελευταία πρόταση αυτής της παραγράφου δείχνει το πώς αυτός ο συνδυασμός σταθερότητας της εικόνας και ανεφικτότητας διαμορφώνει τις ζωές των ενήλικων ανθρώπων, κυρίως με αρνητικό τρόπο, με αποτέλεσμα τον περιορισμό της αυτογνωσίας, αγωνίες, απογοητεύσεις, και ανεκπλήρωτες λύσεις στις περιστάσεις της ζωής.

10 Ο Λακάν παρατηρεί ότι οι διάφορες ψυχικές καταστάσεις, όπως τα όνειρα, οι ψευδαισθήσεις, οι προβολές, καθώς και οι σχέσεις που προκύπτουν από την ομιλία του αναλυόμενου σε μία συνεδρία, όλα προϋποθέτουν την παρουσία μιας νοητής εικόνας του σώματος του υποκειμένου. Υποστηρίζει ότι το μυαλό χρειάζεται αυτή την εικόνα για να οργανώσει τον ορατό κόσμο -το υποκείμενο θα πρέπει να είναι σε θέση να οραματιστεί τον εαυτό του σε σχέση με τα αντικείμενα γύρω του.

11 Ο Λακάν στρέφεται στη βιολογία για υποστήριξη των ισχυρισμών του σχετικά με την εσωτερίκευση μιας εικόνας του εαυτού, παρόλο που ο ίδιος παρατηρεί ότι η βιολογία δεν θα δεχθεί τις ψυχοδυναμικές αρχές επί των οποίων βασίζει το επιχείρημά του. Προσφέρει δύο αρκετά σαφή παραδείγματα:

 • τα θηλυκά περιστέρια φθάνουν στην σεξουαλική ωριμότητα μόνο υπό την παρουσία άλλων μελών του είδους τους· ένα θηλυκό περιστέρι στην απομόνωση θα ωριμάσει αν βλέπει το είδωλό του στον καθρέφτη.

• σε ένα συγκεκριμένο στάδιο ανάπτυξης, ένα είδος ακρίδας θα κάνει τη μετάβαση από τη μία μορφή στην άλλη, αν δει κινήσεις παρόμοιες με αυτές που κάνουν τα μέλη του είδους της. Ο Λακάν συνδέει αυτές τις παρατηρήσεις από τη βιολογία με την αισθητική, υποδηλώνοντας μία σύνδεση μεταξύ των τάσεων ορισμένων ζώων να ανταποκρίνονται στις οπτικές μορφές που τους μοιάζουν (ομοιομορφική ταυτοποίηση) και των ιδεών σχετικά με την ομορφιά, που διαμορφώνονται εν μέρει από τις αντιλήψεις περί κλίμακας και συμμετρίας που προέρχονται από τις διαστάσεις του ανθρώπινου σώματος.

12 Το φαινόμενο του μιμητισμού των ζώων (σωματικές εμφανίσεις ή συμπεριφορές που μοιάζουν με εκείνες των άλλων ζώων ή με στοιχεία του περιβάλλοντος για προστασία· Ετερομορφική ταύτιση) προσφέρει επίσης γνώσεις σχετικά με το ρόλο της οπτικής αναγνώρισης κατά την ανάπτυξη. Ο Λακάν δείχνει ότι τα αποτελέσματα για την ψυχολογία των εν λόγω φυσικών μετασχηματισμών δεν είναι λιγότερο βάσιμα από τις βιολογικές εξηγήσεις που στηρίζονται στη θεωρία της εξέλιξης. Αναφέρεται στο έργο του Roger Callois, ενός ριζοσπαστικού κοινωνιολόγου που ανέπτυξε σχέσεις με τον George Bataille, τον Michel Leiris, και άλλους θεωρητικούς, σε μια προσπάθεια να αναδιατυπώσει προσεγγίσεις για την ανάλυση της κοινωνίας. Ο Λακάν ενδιαφέρεται ιδιαίτερα εδώ για τον τρόπο που οι ψυχικές εκδηλώσεις, όπως η αναγνώριση, συνδέονται με τη φυσική πραγματικότητα -το σώμα και το φυσικό περιβάλλον που αυτό καταλαμβάνει. Η απόκτηση μιας ενιαίας (αν και τελικά ασταθούς) αίσθησης της ατομικότητας συνδέεται με την άρτια γνώση του φυσικού, και τελικά κοινωνικού χώρου που ο ίδιος ο εαυτός φαντάζεται ότι καταλαμβάνει.

 Εγώ ο ίδιος έχω εμφανιστεί στην κοινωνική διαλεκτική. . . 

13 Στο “Aggressivity in Psychoanalysis” -το δοκίμιο που ακολουθεί το “The Mirror Stage” στην αγγλική μετάφραση του Ecrits- ο Λακάν αναπτύσσει κάποια από τα συμπεράσματα αναφορικά με την έννοια του σταδίου του καθρέφτη. Είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι το στάδιο του καθρέφτη δημιουργεί μια σχέση μεταξύ του υποκειμένου και της εικόνας - του Ιδανικού Εγώ- και όχι ισοδυναμία ή ενότητα των δύο. Καθ 'όλη τη ζωή του ατόμου, η εμπειρία των σωματικών αισθήσεων και των συναισθηματικών ερεθισμάτων που προέρχονται από το οργανικό σώμα παραμένει κάτι διαφορετικό από το “εγώ” του υποκειμένου που φυλλάσεται ευλαβικά στην εικόνα του εαυτού. Σύμφωνα με τα λόγια του Γάλλου ποιητή Ρεμπώ, στον οποίο παραπέμπει ο Λακάν στο “Aggressivity in Psychoanalysis” (Ecrits 23), “το εγώ είναι κάποιος άλλος”. Το στάδιο του καθρέφτη θέτει τα θεμέλια για αυτό που ο Λακάν ονομάζει “παρανοϊκή γνώση” (Ecrits 17). Όλοι οι άνθρωποι είμαστε παρανοϊκοί στον βαθμό που στοιχειωνόμαστε από την αίσθηση ενός “άλλου” ο οποίος επηρεάζει τις σκέψεις και τις δράσεις μας. Χρειαζόμαστε την εικόνα του εαυτού μας, προκειμένου να δημιουργήσουμε σχέσεις με άλλους ανθρώπους και προκειμένου να διαπραγματευτούμε την φυσική και κοινωνική πραγματικότητα του κόσμου μας -στον φανταστικό χάρτη μας του κόσμου, το “εγώ” μας είναι το “σημείο” που υποδηλώνει τη θέση μας. Η ανάγκη αυτή προκύπτει από το γεγονός ότι ως βρέφη δεν μπορούμε να τα βγάλουμε πέρα μόνοι μας, και αυτή η αίσθηση της “οργανικής ανεπάρκειας” επιμένει σε όλη μας τη ζωή. Σε αυτό το πλαίσιο, είμαστε επίσης “στοιχειωμένοι” από τη φύση, από τη φυσική ευπάθεια και θνητότητα από τις οποίες οι αυτο-αντιλήψεις μας, οι σχέσεις μας, και οι μυριάδες στρατηγικές προσωπικής φροντίδας και άμυνας αποτυγχάνουν τελικά να μας προστατεύσουν.

14 Ως το “σημείο” στον νοητικό χάρτη μας για την πραγματικότητα, η εικόνα του δικού μας «Εγώ» χρησιμεύει ως γέφυρα μεταξύ του εσωτερικού κόσμου -η γερμανική λέξη είναι Innenwelt- και της εξωτερικής πραγματικότητας- το Umwelt, που μεταφράζεται επίσης σε “περιβάλλον”.

 15 Σε αντίθεση με πολλά ζώα, τα οποία αμέσως μετά τη γέννησή τους είναι σε θέση να μετακινηθούν και να βρουν τροφή από μόνα τους, τα ανθρώπινα όντα γεννιούνται “πρόωρα”. Η ανάπτυξή μας σε σχετικά ανεξάρτητα άτομα είναι ταυτόχρονα μια σωματική διαδικασία ωρίμανσης κατά την οποία αποκτούμε συντονισμό και δύναμη, αλλά είναι επίσης μια ψυχική διεργασία που μας παρέχει τις εσωτερικές εικόνες που χρησιμοποιούμε για να προσανατολιστούμε στην πραγματικότητά μας. Κατά την άποψη του Λακάν, αυτή η ψυχική ανάπτυξη δεν υπερισχύει τόσο πολύ της αρχικής μας ανημπόριας καθώς μας δίνει τρόπους για να αντιμετωπίσουμε αυτό που ο Λακάν αποκαλεί “διάσπαση στην καρδιά του οργανισμού”, το οποίο επιμένει σε όλη την ύπαρξή μας. Η λέξη “διάσπαση” έχει ιδιαίτερες εφαρμογές στους τομείς της βοτανικής και της φυσιολογίας: σημαίνει χάσκω ή εξαρθρώνομαι όπως όταν το κέλυφος ενός σπόρου σκάει ή όταν μια ωοθήκη διαρρηγνύεται για να απελευθερώσει το ωάριο. Αξίζει να σημειωθεί ότι αυτά είναι στάδια της διαδικασίας ανάπτυξης, και για τον Λακάν ο όρος δεν είναι αυστηρά μεταφορικός, αλλά αναφέρεται στην αρχέγονη φύση του ανθρώπινου υποκειμένου, ως σωματικά ασυντόνιστου και ψυχικά διαιρεμένου.

16 Ο Λακάν και πάλι στρέφεται στο πεδίο της βιολογίας με την αξίωση ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος περιέχει ένα οργανικό συστατικό που χρησιμεύει για την καταγραφή της ίδιας της εικόνας του ανθρώπινου οργανισμού -έναν καθρέφτη μέσα στο μυαλό.

 Η εξέλιξη αυτή βιώνεται ως χρονική διαλεκτική. . . 

17 Για να κατανοήσουμε τον ισχυρισμό του Λακάν ότι το στάδιο του καθρέπτη προβάλει το άτομο στην ιστορία, μπορούμε να επιστρέψουμε στη δήλωσή του στην παράγραφο 8, ότι το στάδιο του καθρέφτη στρέφει την ανάπτυξη του εγώ προς μία “φανταστική κατεύθυνση”. Το “φανταστική” εδώ μπορεί να εκληφθεί με δύο έννοιες. Αν η ζωές μας είναι “ιστορίες”, αν βιώνουμε την ύπαρξή μας ως μια περιπετειώδη εξέλιξη μέσα στο χρόνο, ο καθένας από εμάς θα πρέπει να γίνει “χαρακτήρας” που θα παίξει το ρόλο του πρωταγωνιστή στην αυτοβιογραφία μας. Ο Λακάν υποστηρίζει ότι αυτός ο χαρακτήρας είναι φανταστικός, δηλαδή, κατασκευάζεται στο στάδιο του καθρέφτη, όταν η αντανακλώμενη εικόνα του βρέφους παρουσιάζεται ως μέσο για να ξεπεραστεί η αίσθηση σωματικού κατακερματισμού και αδυναμίας που έχει το βρέφος. Χρησιμοποιώντας την εικόνα ενός ολικού, ενιαίου σώματος “ορθοπεδικά”, ο Λακάν δείχνει ότι το “εγώ” που δημιουργείται κατά το στάδιο του καθρέφτη λειτουργεί σαν ένα στήριγμα (όπως το είδος που χρησιμοποιείται για τη θεραπεία της σκολίωσης) που επιδιώκει να κρατήσει τις ατίθασες δυνάμεις που κινούν το υποκείμενο σε μια σταθερή θέση. Φέρνοντας στην ύπαρξη το "εγώ" που θα παίξει τον πρωταγωνιστή στην ιστορία της ζωής του ατόμου, αποτελώντας τον συνδετικό κρίκο μεταξύ της ψυχής του ατόμου και του έξω κόσμου, το στάδιο του καθρέφτη θέτει τα θεμέλια για την πολιτιστική διαμόρφωση της ταυτότητας, κάτι που εξηγεί γιατί το μοντέλο του σταδίου του καθρέπτη έχει καταστεί σημαντικό για ορισμένες πτυχές του μαρξισμού, της θεωρίας των φύλων, των θεωριών της σεξουαλικότητας, και των πολιτισμικών σπουδών. Ο Λουί Αλτουσέρ, για παράδειγμα, βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στο μοντέλο του Λακάν για τη θεωρία του αναφορικά με το κάλεσμα του υποκειμένου από τους ιδεολογικούς μηχανισμούς του κράτους. Η κοινωνική διάσταση της δημιουργίας της “ταυτότητας”» -όρος που ο ίδιος ο Λακάν χρησιμοποιεί σπάνια, ίσως επειδή υπονοεί μια ενότητα και αυτο-ταυτότητα που δεν συμπίπτουν με τον ριζοσπαστικά προσωρινό χαρακτήρα του “εγώ” στο μοντέλο του- εγκαινιάζεται στο οιδιπόδειο σύμπλέγμα, όπου άλλα υποκείμενα (οι φιγούρες των μητέρων και του πατέρα) παρεμβαίνουν στη δυναμική που σχηματίζει το “Εγώ"”. Σε αυτό το σημείο, το τετραμερές σχήμα που ο Λακάν αποκαλεί “ανεξάντλητος τετραγωνισμός των επιβεβαιώσεων του εγώ” μπορεί να εφαρμοστεί στην ψυχική ζωή του υποκειμένου.

18 Το προσωρινό, φανταστικό “εγώ” χρησιμεύει ταυτόχρονα ως ένα είδος ορθοπεδικού κηδεμόνα, που συγκρατεί τις απείθαρχες, κατακερματισμένες οργανικές μονάδες σε ένα συνεκτικό σύνολο, και ως άμυνα κατά των ερεθισμάτων που προέρχονται από αυτές τις μονάδες, οι οποίες ποτέ δεν “φεύγουν”, αλλά καταλαμβάνουν το ψυχικό κομμάτι που ο Φρόιντ αποκαλεί id (αυτό). Ένα μεγάλο μέρος της κλασικής ψυχαναλυτικής θεωρίας είναι αφιερωμένο στην εξήγηση του πώς η ταυτότητα εξακολουθεί να επιβάλεται στη ζωή του ατόμου. Όπως ο Φρόιντ έκανε συχνά, ο Λακάν στρέφεται στην οπτική τέχνη για παραδείγματα των ψυχικών λειτουργιών, γεγονός που υποδηλώνει εδώ ότι οι φαντασμαγορικές εικόνες των σωμάτων στους πίνακες του Ιερώνυμου Μπος αντιστοιχούν σε εκδηλώσεις ασυνείδητων παρορμήσεων στα ψυχικά και σωματικά συμπτώματα της σχιζοφρένειας και της υστερίας.

19 Όπως και το Νίτσε στο The Birth of Tragedy, ο Λακάν υποθέτει μια σύνδεση μεταξύ της καλλιτεχνικής παραγωγής και των σταδίων του ονείρου, σημειώνοντας ότι τα όνειρα περιέχουν συχνά τις εικόνες φρουρίων ή περίβολων που χωρίζουν το τοπίο σε εσωτερικούς και εξωτερικούς χώρους. Οι περιπέτειες που ο ονειρευόμενος ζει σε αυτούς τους χώρους συμβολίζουν τη δυναμική, ανταγωνιστική σχέση μεταξύ του εγώ και της ταυτότητας. Ο Λακάν σημειώνει επίσης ότι οι μεταφορές που βασίζονται στις εικόνες οχύρωσης είναι κοινές στην ομιλία των ασθενών που πάσχουν από ιδεοληπτικές νευρώσεις.

 20 Σε ένα εδάφιο που έχει σημαντικές επιπτώσεις για τη λογοτεχνική κριτική, ο Λακάν τονίζει ότι αυτά τα σύμβολα δεν είναι προϊόντα της δημιουργικής φαντασίας των ατόμων, αλλά μάλλον εκφάνσεις της βασικής ψυχικής οργάνωσης των ανθρώπινων όντων στον ανθρώπινο πολιτισμό -δηλαδή, στα ανθρώπινα συστήματα σημασιοδότησης. Η ψυχανάλυση, υποστηρίζει ο Λακάν, μπορεί να παρέχει το θεωρητικό “πλέγμα” των εννοιών με τις οποίες να αναλύουμε συγκεκριμένες περιπτώσεις δημιουργίας συμβόλων όπως αυτές παρουσιάζονται στην ομιλία μεμονωμένων ασθενών, συνδέοντάς τες με θεμελιώδεις λειτουργίες ανάπτυξης και λειτουργίας της ψυχής. Εξετάζοντάς το από ψυχαναλυτική σκοπιά, το λογοτεχνικό κείμενο αντιπροσωπεύει μια συγκεκριμένη οργάνωση των σημείων σε σχέση με τις θεμελιώδεις δομές της ψυχικής ζωής. Ο συγγραφέας δεν μπορεί να θεωρηθεί ως “απόλυτο υποκείμενο” που αποτελεί την προέλευση των γλωσσικών δομών του κειμένου, αλλά ως δομή ο ίδιος, εντός της δυναμικής των ψυχικών παρορμήσεων και των κοινωνικο-γλωσσικών συμβάσεων.

 21 Εντός του δικού του τομέα της ψυχαναλυτικής πρακτικής, ο Λακάν ελπίζει ότι η θεωρία του θα χρησιμοποιηθεί για να προσδιοριστεί σε ποιο σημείο κάτι έχει “πάει στραβά” κατά τη διαδικασία σχηματισμού του “εγώ” των ασθενών του, δίνοντας αφορμή για την ψυχική ασθένεια. Ακολουθώντας τον Freud, ο Λακάν υποστηρίζει σε ολόκληρο το έργο του ότι οι ψυχικές ασθένειες είναι παραλλαγές των ίδιων ψυχικών δομών που δημιουργούν “φυσιολογικές” νοητικές καταστάσεις. Αναφερόμενος στο έργο της κόρης του Freud, Άννας, το απόσπασμα αυτό δείχνει ότι ορισμένες διαταραχές όπως η υστερία, η ψυχαναγκαστική νεύρωση και η παράνοια μπορεί να συνδέονται με συγκεκριμένα στάδια κατά τον σχηματισμό του “εγώ”. Μια κρίσιμη καμπή σε αυτή τη διαδικασία -το σημείο στο οποίο πολλά μπορούν να “πάνε στραβά”- είναι η μετάβαση εκτός του στάδιου του καθρέφτη, η οποία λαμβάνει χώρα στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα, όταν το “κατοπτρικό εγώ” δίνει τη θέση του στο “κοινωνικό εγώ” και η αρχική ταύτιση του βρέφους με το Ιδανικό Εγώ κάμπτεται από πολιτισμικούς κανόνες, συμβάσεις και προσδοκίες.

 Αυτή η στιγμή κατά την οποία το στάδιο του καθρέφτη φτάνει στο τέλος του . . 

22 Στο τέλος του σταδίου του καθρέφτη -και πάλι, είναι σημαντικό να κατανοήσουμε ότι το στάδιο του καθρέφτη “τελειώνει” μόνο ως φάση της ψυχικής ανάπτυξης, αλλά συνεχίζει ως δομικό στοιχείο της ψυχικής ζωής- η αρχική σχέση ανάμεσα στο βρέφος και το Ιδανικό Εγώ γίνεται το θεμέλιο για τις κοινωνικές σχέσεις του παιδιού και για την αυτο-εικόνα του παιδιού ως κοινωνικό ον. Για να δείξει τη διαλεκτική φύση αυτής της σχέσης, ο Λακάν στρέφεται σε ένα είδος συμπεριφοράς μικρών παιδιών που παρατηρήθηκε από την παιδοψυχολόγο Charlotte Büauthlér: τα μικρά παιδιά μπορεί να κλαίνε από τον πόνο, όταν βλέπουν ένα άλλο παιδί να τραυματίζεται· ένα παιδί που χτυπά ένα άλλο παιδί μπορεί να παραπονεθεί ότι έχει χτυπηθεί. Ο Λακάν δίνει μια πληρέστερη περιγραφή αυτής της μεταφοράς, χρησιμοποιώντας αυτά τα παραδείγματα, στο"Aggressivity in Psychoanalysis" (Ecrits 19). Ενώ αυτή η μορφή μεταφοράς δεν επιμένει στα μεγαλύτερα παιδιά, το παιδί του “εγώ”, ακόμα και όταν έχει καθιερωθεί ως μια ξεχωριστή οντότητα διακριτή από τους άλλους, θα συνεχίσει να εξαρτάται από άλλους για τη σταθερότητα και τη συνοχή του. Εκτός από τη μεταφορά, ο Λακάν θεωρεί τη ζήλια στα προ-λεκτικά βρέφη -πρώιμες καταστάσεις αδελφικής αντιπαλότητας, για παράδειγμα - ως μία ακόμα ένδειξη του πώς ο τρόπος που το παιδί βιώνει την ατομικότητα συνδέεται με την παρουσία των άλλων. Στο "Aggressivity in Psychoanalysis" παραθέτει ένα απόσπασμα από τις Εξομολογήσεις του Αυγουστίνου για να το υποστηρίξει (Ecrits 20).

 23 Για τον Λακάν, είμαστε “αυτοί που είμαστε” μόνο σε σχέση με άλλους ανθρώπους. Οι στόχοι και οι επιθυμίες μας διαμορφώνονται από τις επιθυμίες των άλλων, υπό όρους διαπροσωπικών σχέσεων όσο και κοινωνικών προσδοκιών και απαγορεύσεων. Οι γνώσεις μας για τον κόσμο έρχονται σε μας μέσω των άλλων ανθρώπων· η γλώσσα που μαθαίνουμε να μιλάμε προυπάρχει από μας, και σε μεγάλο βαθμό οι σκέψεις μας είναι σύμφωνες με προκαθορισμένες έννοιες και γλωσσικές δομές. Καθώς αφομοιούμαστε σε αυτές τις κοινωνικές συμβάσεις, οι πιέσεις από τα ένστικτά μας -η σεξουαλικότητα, για παράδειγμα- μας φαίνονται ως απειλές, ως “κίνδυνοι”. Όσοι από εμάς ανατράφηκαν σύμφωνα με τη χριστιανική παράδοση, θα θυμόμαστε το άγχος για την “αμαρτία”, το οποίο μπορεί να χρησιμεύσει ως παράδειγμα μιας κοινωνικά επεξεργασμένης άμυνας ενάντια στις ενστικτώδεις παρορμήσεις που θεωρούνται επιβλαβείς για την ακεραιότητα του εαυτού (της “ψυχής”). Η απαγόρευση της αιμομιξίας στο οιδιπόδειο σύμπλεγμα -συνοδεύεται από την απειλή του ευνουχισμού για τα αγοράκια- είναι το κλασικό παράδειγμα της παρέμβασης των πολιτιστικών προτύπων στις σεξουαλικές ορμές του παιδιού, στη φροϋδική ψυχανάλυση.

24 Η θεωρία του Φρόιντ για τον πρώιμο ναρκισσισμό βρίσκεται πίσω από το μεγαλύτερο μέρος της σκέψης του Λακάν εδώ. Το βρέφος αναπτύσσει δύο ισχυρά λιβιδινικά προσαρτήματα: στη μητέρα του (ή άλλους αρχικούς κηδεμόνες) και στο δικό του εγώ. Ποια είναι η σχέση μεταξύ της σεξουαλικής λίμπιντο (αυτό που ο Freud αποκαλεί object libido στο"On Narcissism"), η οποία κατευθύνεται προς τα έξω, προς τα πρόσωπα και τα πράγματα, και της λίμπιντο που έχει επενδυθεί στο εγώ (αυτό που ο Freud αποκαλεί ego-libido); Η ego-libido είναι ένα είδος δίκοπου μαχαιριού. Μέρος της επένδυσης του εγώ στην εικόνα του είναι θετική· κατ' ελάχιστον, πρέπει να επενδύουμε κάπως στον εαυτό μας για να θρέφουμε το σώμα μας και να το προστατεύουμε από βλάβες. Το Ιδανικό Εγώ, επειδή δεν ανταποκρίνεται ποτέ πλήρως στην οντότητα που το υποκείμενο αποκαλεί “εαυτό”, δημιουργεί επίσης απογοήτευση, ματαίωση και θυμό. Υπό όρους του Λακάν, ποτέ δεν “φτάνουμε” το Ιδανικό μας Εγώ, και η αποτυχία αυτή εμφανίζεται στην ψυχο- κοινωνική μας ζωή, με τη μορφή της ανασφάλειας, του φθόνου και της εχθρότητας. Η δυσαρέσκεια που προκύπτει από τη διάσπαση του εγώ μας, στιγματίζει όλες τις κοινωνικές συμπεριφορές μας. Ο Λακάν παραπέμπει στη χριστιανική παραβολή του καλού Σαμαρείτη για να δείξει ότι ακόμη και οι μεγαλύτερες πράξεις αυτοθυσίας κατευθύνονται εν μέρει από την ανάγκη να φτάσουμε την ιδανική εικόνα του εαυτού μας -το ευχάριστο όραμα του εαυτού μας, για παράδειγμα, ως άγιος, αυτοθυσιαζόμενος άνθρωπος.

 25 Η διαφορετικότητα της εικόνας που το υποκείμενο προσλαμβάνει κατά το στάδιο του καθρέφτη, δημιουργεί μία αρνητική διάσταση στην ύπαρξη του ατόμου. Ποτέ δεν είμαι, στο μοντέλο του Λακάν, πλήρως “ο εαυτός μου”, επειδή η σχέση στο πλαίσιο της οποίας το εγώ μου έρχεται στην ύπαρξη είναι μια σχέση με μια εικόνα που δεν είναι εγώ, δηλαδή, ένα ανέφικτο ιδανικό. Ο Λακάν σημειώνει την ομοιότητα μεταξύ αυτού του αρνητισμού και της έμφασης στην αποξένωση και στην ουσιαστική απουσία νοήματος της ύπαρξης στο φιλοσοφικό κίνημα του υπαρξισμού, που αναπτύχθηκε από τον Jean-Paul Sartre σε απάντηση, εν μέρει, στο φαινομενολογικό έργο του Martin Heidegger. Το Being and Nothingness, που δημοσιεύθηκε το 1943, είναι η σημαντική έκθεση του υπαρξισμού από τον Sartre· ο τίτλος απηχεί το έργο του Heidegger, Being and Time, 1927.

26 Πάντως, ο Λακάν είναι επικριτικός απέναντι στον υπαρξισμό, και η κριτική του σχετίζεται με τις επιθέσεις του στην αμερικανότροπη ψυχολογία του Εγώ. Αν και οι υπαρξιστές αναγνωρίζουν το νόημα της ύπαρξης και την ευθύνη του ανθρώπινου όντος να βγάλει νόημα από αυτήν, αυτή η φιλοσοφία διατυπώνει μια αρνητική προοπτική από την άποψη της συνείδησης που είναι αυτο-παρούσα και με αυτο- επίγνωση. Το μοντέλο της συνείδησης του Λακάν βασίζεται στην αρχή ότι ο εαυτός δεν έχει ποτέ αυτο-επίγνωση, ότι αυτό που βιώνει ως “εαυτός” είναι μια παραγνώριση, μία άγνοια. Πάντως, ένα είδος υπαρξιακής ψυχανάλυσης αναπτύχθηκε από τον υπαρξισμό, εστιάζοντας στην παροχή βοήθειας στο άτομο να συμφιλιωθεί με τις ηθικές επιταγές της ύπαρξής του.

Στο αποκορύφωμα της ιστορικής προσπάθειας μιας κοινωνίας...

 27 Οι υπόλοιπες παράγραφοι του δοκιμίου που εξετάζουν το θεωρητικό μοντέλο του στάδιου του καθρέφτη και τις επιπτώσεις του στη φύση της ψυχής, μπορεί να συμβάλουν στην κατανόηση της ανθρώπινης εμπειρίας στη σύγχρονη κοινωνία. Ο Λακάν δείχνει ότι η σύγχρονη ζωή οργανώνεται όλο και περισσότερο σύμφωνα με τα πρότυπα ενός στρατοπέδου συγκέντρωσης (μια ιδιαίτερα εντυπωσιακή και ανησυχητική εικόνα το 1949, τέσσερα χρόνια μετά τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου): προσανατολισμένη σχεδόν αποκλειστικά προς την παραγωγή, υπερβολικά ορθολογική, και αδιαφορώντας για μεμονωμένες ανησυχίες. Το ίδιο έτος, ο Martin Heidegger έκανε μια παρόμοια κριτική της σύγχρονης βιομηχανικής κοινωνίας στις διαλέξεις που οδήγησαν το “The Question Concerning Technology”. Ο υπαρξισμός, υποστηρίζει ο Λακάν, δίνει μία ανεπαρκή απάντηση γι' αυτές τις απάνθρωπες συνθήκες, και το υπόλοιπο της παραγράφου απαριθμεί τις ελλείψεις της υπαρξιστικής φιλοσοφίας, με αποκορύφωμα μια νύξη για τη δολοφονία ενός Άραβα που διαπράχθηκε από τον χαρακτήρα Meursault στο διάσημο υπαρξιστικό μυθιστόρημα του Albert Camus, The Stranger.

28 Αν και σε κάποιο βαθμό ο υπαρξισμός και η ψυχανάλυση μοιράζονται μία μοιρολατρική άποψη για το τι σημαίνει να είσαι άνθρωπος -δεν αναγνωρίζουν την υπερβατική “ψυχή”· υπογραμμίζουν τη θνησιμότητα και υλικότητα της ανθρώπινης ύπαρξης- ο Λακάν κατηγορεί τον υπαρξισμό ότι προωθεί την αφελή πεποίθηση πως οι άνθρωποι μπορούν να επιτύχουν μια άμεση, συνειδητή γνώση της κατάστασής τους. Για τον Λακάν, η γνώση μας για την ύπαρξή μας επιτυγχάνεται πάντα με τη μεσολάβηση του συστήματος φανταστικού ψυχικών και κοινωνικών σχέσεων που δομούν την αίσθηση του εαυτού μας εξ αρχής. Στρεφόμενος και πάλι προς το έργο της Anna Freud για το εγώ, ο Λακάν δείχνει ότι η λειτουργία του Verneinung -άρνηση ή διάψευση- είναι θεμελιώδους σημασίας για τις παρανοήσεις που δομούν την εμπειρία του εαυτού μας και της πραγματικότητας. Είμαι ένα ζώο που υπόκειται στο θάνατο και σε βίαα ένστικτα· έχω αποκηρύξει αυτή τη διάσταση της πραγματικότητάς μου, προκειμένου να λειτουργήσω ως “φυσιολογικό” ανθρώπινο ον, αλλά η πραγματικότητα της επιθετικότητάς μου, της σεξουαλικότητας, και της θνησιμότητας δεν εξαφανίζεται. Αυτές οι θλιβερές “αλήθειες” για τη φύση μου διαμορφώνουν το αυτό (id) το οποίο πιέζει συνεχώς τη συνείδησή μου, που μπορεί να ξεσπάσει σε όνειρα, νευρώσεις, και ψυχωσικά επεισόδια.

29 Αν φανταστούμε το “εγώ” που σχηματίζεται κατά το στάδιο του καθρέφτη ως ένα είδος εσωτερικής οχύρωσης ενάντια στις δυνάμεις του αυτό, αφενός, και, από την άλλη, ως την αμυντική πανοπλία με την οποία το υποκείμενο ριψοκινδυνεύει μέσα στον κόσμο, μπορούμε να καταλάβουμε τι εννοεί ο Λακάν με τον όρο “αδράνεια” που είναι χαρακτηριστική αυτού του “εγώ”. Αφοσιωμένο στη διατήρηση της εύθραυστης ακεραιότητάς του, το εγώ μπορεί εύκολα να βιώσει τον κόσμο ως ένα εχθρικό περιβάλλον, και προσπαθεί να παραμείνει στατικό ανάμεσα στα δυναμικά και δυνητικά καταστροφικά γεγονότα της καθημερινής ζωής του νου. Οι προκύπτουσες συναισθηματικές καταστάσεις και συμπεριφορές -άγχος, εμμονές και ιδεοληψίες-, αποτελούν τις βασικές νευρώσεις. Τα περιστατικά ψύχωσης συμβαίνουν όταν η οχύρωση καταρρέει και το υποικείμενο δεν μπορεί πλέον να διακρίνει τον εσωτερικό από τον εξωτερικό κόσμο, όταν ο εξωτερικός κόσμος καταλαμβάνει το εγώ. Στο βαθμό που το ίδιο το εγώ παραμένει σε μια διαλεκτική, τυχαία σχέση με το αυτό και με τον έξω κόσμο, είναι δύσκολο για τους ανθρώπους να αποφύγουν την εμφάνιση της νεύρωσης και της τρέλας. Αυτό που αποκαλύπτει η ψυχανάλυση, υποστηρίζει ο Λακάν, είναι η τρέλα της καθημερινότητας, η ατέρμονη ψυχική δυσφορία που χαρακτηρίζει το ανθρώπινο μυαλό.

30 Ο Λακάν επαναλαμβάνει αυτή τη σκέψη κατά τρόπο σύμφωνο με την άποψη του Freud σχετικά με την ψυχαναλυτική θεωρία: οι παρατηρήσεις του ψυχαναλυτή από τις εμπειρίες των νευρωτικών και ψυχωτικών ασθενών, παρέχουν πληροφορίες για τις δραστηριότητες του “φυσιολογικού”μυαλού. Αυτές οι παρατηρήσεις, επί πλέον, δείχνουν ότι στην πραγματικότητα δεν υπάρχει “φυσιολογικό” μυαλό -η κοινωνικά κατασκευασμένη ιδέα της “φυσιολογικότητας” είναι, στην πραγματικότητα, μία από τις παρανοήσεις του εγώ και, ως ένα ανέφικτο χαρακτηριστικό του Ιδανικού Εγώ, λειτουργεί ως ελατήριο της επιθετικότητας και της νεύρωση. Ο Λακάν επικρίνει και πάλι τον μονότονο, θανατηφόρο εξορθολογισμό της σύγχρονης κοινωνικής ζωής.

31 Όπως η ανθρωπολογία, μια επιστήμη στην οποία αναφέρεται συχνά ο Λακάν (ειδικά στο έργο του στρουκτουραλιστή ανθρωπολόγου Claude Levi-Strauss), η ψυχανάλυση καταλαμβάνει την νεκρή ζώνη μεταξύ της σωματικής φύσης και του “πολιτισμού” που τα ανθρώπινα όντα δημιουργούν για τους ευατούς τους με υλικές και νοητικές δομές. Όπως ο ίδιος υποστήριξε νωρίτερα την ανωτερότητα της ψυχανάλυσης έναντι της υπαρξιακής φιλοσοφίας, εδώ υποστηρίζει ότι η επιστήμη του έχει το προβάδισμα έναντι της ανθρωπολογίας. Έτσι όπως εστιάζει στο ανθρώπινο υποκείμενο και στη φύση της υποκειμενικότητας ως ένα αμάλγαμα της σωματικότητας, των ψυχικών εικόνων, και της γλώσσας, η ψυχανάλυση είναι σε καλύτερη θέση να κατανοήσει τον ανθρώπινο πολιτισμό. Παγιδευμένη σε λιβιδινικά δεσμά μαζί με τη δική του εικόνα και με άλλα ανθρώπινα όντα, η ζωή του εγώ, και η ζωή της συλλογικής κουλτούρας στην οποία το εγώ συμμετέχει, κυριαρχείται από την επιθυμία, που εδώ ο Λακάν αποκαλεί “αγάπη”. Εδώ, αυτή η αγάπη αναφέρεται συγκεκριμένα στη σχέση μεταβίβασης ανάμεσα στον ασθενή και τον αναλυτή, ένα από τα θεμελιώδη στοιχεία της ψυχαναλυτικής θεραπείας.

32 Επιστρέφοντας στην ιδέα ότι ακόμα και το πιο αλτρουιστικό πρόσωπο -ο καλός Σαμαρείτης- προσπαθεί με επιθετικό τρόπο να κατευνάσει τις ναρκισσιστικές απογοητεύσεις, ο Λακάν απευθύνει μια πρόκληση στους ψυχαναλυτές. Αντί να βλέπουν την ψυχανάλυση ως αλτρουιστικό “επάγγελμα βοήθειας”, ο Λακάν υποστηρίζει ότι πρόκειται για ένα είδος φιλοσοφικής άσκησης τόσο για τον αναλυτή όσο και για τον αναλυόμενο, ο στόχος της οποίας δεν είναι κατ 'ανάγκην να “νιώσουν καλύτερα”, αλλά για να έχουν μια καλύτερη κατανόηση της ανθρώπινης κατάστασης.

33 Η εργασία κλείνει με μια νότα εμφανούς (και ασυνήθιστης) ταπεινότητας, αλλά οι μετριοπαθείς δηλώσεις του Λακάν σχετικά με τους περιορισμούς της ψυχανάλυσης μπορεί να διαβαστούν ως μια επιθετική πρόκληση σε εκείνους τους αναλυτές για τους οποίους ο Λακάν θεωρεί ότι εξευτελίζουν την φροϋδική παράδοση μέσα από απλουστεύσεις της θεωρίας και αφελείς “αισθάνομαι καλά” προσεγγίσεις της πρακτικής. Αναπτύσσει περαιτέρω αυτές τις επικρίσεις σχεδόν μια δεκαετία αργότερα, σε μια έκθεση με τίτλο “The Direction of the Treatment and Principles of its Power” (Ecrits 226). Επειδή με τοποθετεί σε μια κατάσταση που ενεργοποιεί τις επιθυμίες και τις επιθέσεις που παράγονται από τη διάσπαση του εγώ μου, η θεραπεία μπορεί να με καθοδηγήσει προς μια αντιπαράθεση με τη βασική αλήθεια της ύπαρξής μου: στην ανάλυση, αντιμετωπίζω την θεμελιώδη έλλειψη της ύπαρξης, αυτό που ο Λακάν αλλού αποκαλεί manque-à-être (αυτό-που-θέλω-να-είμαι), την ακόρεστη επιθυμία που ωθείται, τελικά, από το γεγονός του θανάτου. (Υπάρχουν δυνατές αντηχήσεις της ανάλυσης του Heidegger για την Ύπαρξη σε αυτή τη διατύπωση.) Ο Λακάν συγκρίνει συχνά την ψυχανάλυση σε μια μυστηριακή θρησκεία όπου, σε ένα ορισμένο σημείο του τελετουργικού, μια μυστική αλήθεια αποκαλύπτεται. Η ψυχαναλυτική συνεδρία μπορεί να με φέρει στο σημείο όπου συνειδητοποιώ πως το να είμαι άνθρωπος σημαίνει να υπόκειμαι σε μια επιθυμία που δεν μπορεί να εκπληρωθεί. Αυτό που προκαλεί εντύπωση για το όραμά του Λακάν σχετικά με την ανάλυση είναι ότι δεν υποστηρίζει πως εγώ ο ίδιος διευκολύνω αυτή την απογοήτευση, ότι “κάνω” σύμφωνα με τους κανόνες που επιβάλλονται από την κοινωνία και τον πολιτισμό, αλλά μάλλον ότι μπορώ να βρω έναν τρόπο να είμαι λιγότερο ανήμπορος από το διαλεκτική της επιθυμίας που δομεί την ύπαρξή μου. Είναι δύσκολο να συνοψίσουμε τους στόχους της λακανικής ψυχανάλυσης, αλλά θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο ασθενής “έρχεται να συμβιβαστεί με την επιθυμία”. Η άσκηση της προσεκτικής ανάγνωσης των ασαφειών των λέξεων σε αυτή την έκφραση, και η εκτίμηση της ανεπάρκειάς της, μπορεί να αποτελεί μια καλύτερη εισαγωγή στην λακανική θεωρία από οποιαδήποτε σύνοψη θα μπορούσα να προσφέρω εδώ.

Βιογραφικά στοιχεία

 Ο Jacques Lacan γεννήθηκε στο Παρίσι στις 13 Απριλίου 1901. Σπούδασε ιατρική, με ειδίκευση στην ψυχιατρική, και έλαβε το διδακτορικό του στην ψυχιατρική το 1932. Άρχισε να εκπαιδεύεται ως ψυχαναλυτής κάποια στιγμή γύρω στο 1934. Κατά τη διάρκεια του Μεσοπολέμου, ανέπτυξε σχέσεις με τους σουρεαλιστές στο Παρίσι και καθ 'όλη τη διάρκεια της ζωής του διατήρησε φιλίες με συγγραφείς και καλλιτέχνες όπως ο Raymond Queneau, ο Georges Bataille, και ο Salvador Dali. Για ένα σύντομο χρονικό διάστημα ήταν προσωπικός γιατρός του Pablo Picasso. Το 1951 ο Λακάν άρχισε να οργανώνει σεμινάρια για την ψυχαναλυτική θεωρία στο σπίτι του· το πρώτο από τα δημόσια σεμινάριά του, στην St. Anne, ξεκίνησε στις 18 Νοεμβρίου του 1953, και κατά τις επόμενες δεκαετίες τα σεμινάρια του Λακάν έγιναν ένα από τα κομβικά σημεία της πνευματικής ζωής στο Παρίσι. Οι ιδέες του ήταν αιτία πολλών διαφωνιών στην επαγγελματική ψυχαναλυτική κοινότητα. Ιδιαίτερα ενοχλητική για τους παραδοσιακούς αναλυτές ήταν η πρακτική της “σύντομης συνεδρίας”: ενώ η τυπική συνεδρία διαρκεί περίπου πενήντα λεπτά, ο Λακάν άλλαξε τη διάρκεια των συνεδριών του, μερικές φορές μειώνοντας δραστικά το χρόνο. Αν και ποτέ δεν εξέδωσε θεωρητικό κείμενο σχετικά με τη χρησιμότητα της σύντομης συνεδρίας, οι προβληματισμοί του για τον χρόνο και τη συνείδηση σε όλο το έργο του, υποδηλώνουν ότι η απότομη διακοπή της συνεδρίας μπορεί σε ορισμένες περιπτώσεις να συμβάλει στην κατανόηση του ασθενούς. Ο Λακάν υπηρέτησε ως πρόεδρος της Société Psychanalytic de Paris, αλλά την ίδια χρονιά παραιτήθηκε ώστε να ενταχθεί στην νεοϊδρυθείσα Société de Français Psychanalyse. Η αντισυμβατική προσέγγιση του Λακάν πάνω στην εκπαίδευση των αναλυτών συνέχισε να προκαλεί προβλήματα στην SFP, στην προσπάθειά της να επιδιώξει την υποστήριξη της Διεθνούς Ψυχαναλυτικής Εταιρείας. Το 1964, ο Λακάν ίδρυσε τη Σχολή Freudienne de Paris, η οποίο λειτούργησε μέχρι που ο Λακάν ανακοίνωσε τη διάλυσή της το 1980, ένα χρόνο πριν από το θάνατό του το 1981.

Παραπομπές

 Βιογραφία: Rüdiger Safranski. Martin Heidegger: Between Good and Evil. Trans. Ewald Osers. Cambridge, MA/London: Harvard UP, 1998. Μελέτες: Jacques Derrida. Of Spirit: Heidegger and the Question. Trans. Geoffrey Bennington and Rachel Bowlby. Chicago/London: Chicago UP, 1989.

On-line πηγές: http://www.beyng.com/ ένα on-line περιοδικό για τις μελέτες του Heidegger http://www.beyng.com/hbooks.html βιβλιογραφία των έργων του Martin Heidegger

(Πηγή: http://www.english.hawaii.edu/criticalink/lacan/index.html )
 Μετάφραση από την αγγλική γλώσσα: Νεκτάριος Πατραμάνης
http://www.psychikiygeia.gr/uploads/editorfiles/files/%CE%BD-%CE%BC_%CE%95%CF%85-_%CE%95_%CE%96-%CE%B3-__%CE%92%CF%86_%CE%97_%CE%95_%20(1).pdf

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου